- Κωνστάντιος
- I
(; – Κωνσταντινούπολη 1743). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, ρωσικής καταγωγής. Η μνήμη του τιμάται στις 26 Δεκεμβρίου.IIΌνομα δύο πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως.1. Κ. Α’ (Κωνσταντινούπολη ; – 1859). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1830-34). Διαδέχθηκε στον οικουμενικό θρόνο τον Αγαθάγγελο. Κατά τη διάρκεια της θητείας του επιδόθηκε στην αναδιοργάνωση και στη βελτίωση των σχολείων της Κωνσταντινούπολης. Ίδρυσε πολλά σχολεία, μεταξύ των οποίων και την Εμπορική Σχολή της Χάλκης, και καθιέρωσε σύγχρονα συστήματα διδασκαλίας στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Συκοφαντήθηκε όμως ως ρωσόφιλος και υποχρεώθηκε να παραιτηθεί. Από τότε αποσύρθηκε στο νησί Αντιγόνη, όπου και πέθανε. Έγραψε πολλά έργα, τα κυριότερα από τα οποία είναι: Αρχαία Αλεξάνδρεια (1801), Τα Αιγυπτιακά (1841) και Κωνσταντινιάς ή αρχαιολογική διαγραφή της Κωνσταντινουπόλεως (1844).2. Κ. Β’ (1760; – 1859). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1834-35). Διαδέχθηκε τον Κ. Α’. Εξαιτίας όμως της περιορισμένης μόρφωσης και των δυνατοτήτων του, δεν επέδειξε αξιοσημείωτη δραστηριότητα. Καθαιρέθηκε λόγω ανικανότητας από σύνοδο των αρχιερέων και αποσύρθηκε στο Μεγάλο Ρεύμα του Βοσπόρου, όπου και πέθανε σε μεγάλη ηλικία.IIIΌνομα τριών αυτοκρατόρων της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.1. Κ. Α’, ο Χλωρός (Flavius Valerius Constantius, Ιλλυρία 264 – Εμποράκουμ Βρετανίας 306). Αυτοκράτορας του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους (305-306). Ήταν ο πατέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Αναδείχθηκε στρατιωτικός ηγέτης επί Διοκλητιανού (284-305). Το 293 έγινε καίσαρας του δυτικού τμήματος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και μετά την παραίτηση του Διοκλητιανού (305) ανακηρύχθηκε αύγουστος. Ο Κ. οργάνωσε εκστρατεία εναντίον γερμανικών πληθυσμών και υπέταξε ξανά τη Βρετανία (297), την οποία προσάρτησε στην αυτοκρατορία.2. Κ. Β’ (Flavius Julius Constantius, 317 – Ταρσός 361). Αύγουστος του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους (337-361). Συναναφέρεται με τους αυτοκράτορες του Βυζαντίου ως μέλος της δυναστείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-364), του οποίου ήταν δευτερότοκος γιος από τη δεύτερη σύζυγό του Φαύστα. Ο πατέρας του τον ανακήρυξε καίσαρα στην ηλικία των 7 ετών. Από το 333 ανέλαβε τη διοίκηση του ανατολικού τμήματος της αυτοκρατορίας, με κέντρο την Αντιόχεια της Συρίας. Μετά τον θάνατο του πατέρα του (337), συναντήθηκε με τους αδελφούς του Κωνσταντίνο και Κώνστα και συμφώνησαν να λάβουν και οι τρεις τον τίτλο του αυγούστου, διανέμοντας την αυτοκρατορία μεταξύ τους, όπως είχε ορίσει ο πατέρας τους Μέγας Κωνσταντίνος. Ο Κ. ανέλαβε τη διοίκηση του Ανατολικού κράτους, αλλά σύντομα οργάνωσε την εξόντωση όλων των άμεσων απογόνων του πατέρα του, εκτός από τους δύο προαναφερθέντες αδελφούς, και τους εξαδέλφους του Γάλλο και Ιουλιανό. Όταν ο Κώνστας Α’ σκοτώθηκε στην Ισπανία από τον σφετεριστή της εξουσίας Μαγνέντιο (350), ο Κ. εκστράτευσε στην Ιταλία και καταδίωξε τον τελευταίο αναγκάζοντάς τον να αυτοκτονήσει (353). Έτσι, ο Κ. έμεινε ο μόνος ηγέτης της αυτοκρατορίας (351). Από το 357 έως το 359 έζησε στην Ιταλία, όπου πολέμησε τους Σαρμάτες. Το 359 έφυγε για την Ανατολή για να πολεμήσει τους Πέρσες. Στο διάστημα αυτό, προκλήθηκε στάση στον στρατό, η οποία είχε αποτέλεσμα να ανακηρυχθεί αυτοκράτορας ο εξάδελφός του Ιουλιανός, καίσαρας της Ανατολής. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη για να αντιμετωπίσει την κατάσταση, ο Κ. αρρώστησε στην Ταρσό, όπου και πέθανε. Ο Κ. θεωρήθηκε επιτυχημένος ηγεμόνας, με μεγάλες στρατηγικές ικανότητες. Είχε προκαλέσει όμως τη δυσαρέσκεια της Εκκλησίας, ως οπαδός του αρειανισμού και διώκτης του Μεγάλου Αθανασίου, ο οποίος ήταν τότε επίσκοπος Αλεξανδρείας και πολέμιος της αίρεσης.3. Κ. Γ’ (Constantius, ; – 421). Αυτοκράτορας του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους (407-411). Ήταν στρατιωτικός και είχε αποκτήσει το ανώτατο αξίωμα του μαγίστρου των στρατιωτικών. Αναγορεύτηκε αυτοκράτορας, όταν οι Βησιγότθοι εκστράτευσαν κατά της Γαλατίας (406). Πρωτεύουσά του ήταν η Αρελάτη (γαλλ. Arles). Ο Κ. κατόρθωσε να επεκτείνει το κράτος του πέρα από τη Γαλατία, κυριεύοντας εδάφη της σημερινής Ισπανίας, τη διοίκηση των οποίων ανέθεσε στον μεγαλύτερο γιο του, Κώνστα, ο οποίος πήρε το αξίωμα του καίσαρα. Επειδή ο αυτοκράτορας της Δύσης Oνώριος (του οποίου την αδελφή Γάλλα Πλασιδία είχε παντρευτεί) έδειξε προσωρινά ανοχή στον σφετεριστή, ο Κ., αφού ονόμασε αύγουστο τον γιο του, Κώνστα, βάδισε προς την Ιταλία και μάλιστα προς την πρωτεύουσα του Ονώριου, Ραβένα, για να έρθει σε συμφωνία μαζί του. Αναγκάστηκε, όμως, να υποχωρήσει προς την Αρελάτη, όπου νικήθηκε από τις στρατιωτικές δυνάμεις του Ονώριου και αιχμαλωτίστηκε με τον νεότερο γιο του Ιουλιανό, ενώ ο μεγαλύτερος σκοτώθηκε. Στάλθηκε τότε δέσμιος στον Ονώριο, ο οποίος και διέταξε τη θανάτωσή του.
Ο Κωνστάντιος B’, δευτερότοκος γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου (Ρωμαϊκό Μουσείο, Ρώμη).
Dictionary of Greek. 2013.